Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Σε μια εποχή
που τα δικαιώματα πλήττονται
ρόλος μας η υπεράσπιση τους
Δικηγορικό Γραφείο Δημήτρη Π. Σαραφιανού
Κατερίνας Ι. Παπαντωνίου, Γιούλας Δ. Δελή, Ράνιας Χ. Παπαγιάννη, Γιώργου Κ. Βλάχου
Ενδιαφέρουσες αποφάσεις

 4/2022 Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο

Αποφατική σύγκρουση αρμοδιοτήτων. Στο άρθρο 100 παρ. 1 περ. δ' του Συντάγματος καθιδρύεται η αρμοδιότητα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου για την άρση της σύγκρουσης, εκτός των άλλων, μεταξύ των δικαστηρίων, χωρίς να τίθεται ως προϋπόθεση για την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής η σύγκρουση να έχει προκληθεί μεταξύ τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων, αλλά μεταξύ των δικαστηρίων εν γένει. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να συναχθεί ότι πρόθεση του συντακτικού νομοθέτη ήταν να καθιερώσει το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο ως δικαστήριο άρσης συγκρούσεων δικαιοδοσίας προκαλουμένων μόνον από δικαστικές αποφάσεις και να αποκλείσει από την αρμοδιότητά του την άρση των συγκρούσεων που προκαλούνται μεταξύ βουλεύματος και δικαστικής απόφασης. Περαιτέρω, το άρθρο 46 παρ. 1 του Κώδικα περί Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, ορίζοντας ότι συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης όταν τα οικεία δικαστήρια «έκριναν τελεσιδίκως ότι στερούνται δικαιοδοσίας επί της αυτής υποθέσεως», δεν αναφέρεται στην ύπαρξη τελεσίδικων αντίθετων «αποφάσεων» αλλά στην τελεσίδικη διάγνωση, στην εκάστοτε ενώπιον του αγόμενη διαφορά, ότι τα δικαστήρια και των δύο δικαιοδοσιών στερούνται αρμοδιότητας. Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι ως «τελεσίδικη κρίση», η οποία μπορεί να προκαλέσει αποφατική σύγκρουση δικαιοδοσίας, κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, νοείται όχι μόνο κρίση διατυπωθείσα σε δικαστική απόφαση η οποία κατέστη τελεσίδικη, αλλά επίσης και κρίση διατυπωθείσα σε βούλευμα με το οποίο το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο αποφαίνεται τελεσιδίκως ότι η διαφορά που ήχθη ενώπιον του δεν υπάγεται στην ποινική δικαιοδοσία. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή, πλην του ότι συρρικνώνει αδικαιολογήτως το πεδίο εφαρμογής της διάταξης χωρίς, μάλιστα, να ευρίσκει έρεισμα στη γραμματική της διατύπωση, άγει σε παντελή αποστέρηση του ανυπαίτιου διαδίκου από την έννομη προστασία του, η οποία κατοχυρώνεται τόσο από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος όσο και από το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, αφού έχει ως συνέπεια την αναγνώριση του ότι η έννομη τάξη δεν προσφέρει στον πολίτη δικαστήριο για να του παράσχει έννομη προστασία σε μια κατηγορία διαφορών, κατά προφανή παράβαση των διατάξεων αυτών.

4240/2022 Εφετείο Αθηνών

Προφορική παράταση διοικητικής συμβάσεως συνιστά παράταση της αρχικής συμβάσεως, η οποία εξακολουθεί να έχει το χαρακτήρα διοικητικής σύμβασης, υπαγόμενης της σχετικής εξ αυτής διαφοράς στο διοικητικά δικαστήρια, ακόμα και αν αυτή είναι άκυρη, αφού σύμφωνα με την πάγια σχετική νομολογία θεμελιώνεται δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων και στην περίπτωση των διαφορών από αδικαιολόγητο πλουτισμό του Δημοσίου, των ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ, όταν η υποκείμενη σχέση, που προκάλεσε τον πλουτισμό και από την οποία αναφύεται, αποτελεί σχέση δημοσίου δικαίου, όπως αυτή που προέρχεται από διοικητική σύμβαση

173/2022 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Ταχθείσα από τον Υπουργό προθεσμία προκειμένου ο παρεμβαίνων είτε να παραιτηθεί από τη θέση Διοικητή, είτε να δηλώσει ότι δεν αποδέχεται το διορισμό του, η οποία δεν προβλέπεται από το νόμο, δεν έχει το χαρακτήρα αποκλειστικής προθεσμίας, αλλά απλής γνωστοποίησης στον παρεμβαίνοντα ότι δεν μπορούσε να διοριστεί σε δεύτερη δημόσια θέση και ότι έπρεπε να επιλέξει μια από τις δύο θέσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα. Περαιτέρω, ενόψει των αμφιβολιών που προέκυψαν ύστερα από την προσκόμιση εκ μέρους του παρεμβαίνοντος γνωμοδοτήσεων και τελικά την παροχή γνωμοδότησης από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, δεν συντρέχει, στην προκειμένη περίπτωση, τεκμαιρόμενη άρνηση του παρεμβαίνοντος να αποδεχθεί το διορισμό του. Εξάλλου, η υπέρβαση των προθεσμιών που ορίζονται στην παρ. Θ΄ του άρθρου 4 του ν. 3754/2009, οι οποίες, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, είναι ενδεικτικές, δεν κωλύει την Διοίκηση να εκδώσει πράξη διορισμού του αιτούντος μετά την άρση των αμφιβολιών που προέκυψαν

270/2021 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Παράλειψη οφειλομένης νόμιμης ενέργειας προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως υπάρχει, όταν ειδική διάταξη νόμου επιβάλλει στη Διοίκηση την υποχρέωση να ενεργήσει ή να ρυθμίσει συγκεκριμένη σχέση με την έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης, εφόσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες από την ειδική αυτή διάταξη προϋποθέσεις (ΣτΕ 2213/2017, 221/2016, 3195/2015, 3965/2014, 2380/2 013) και υποβληθεί σχετική αίτηση του διοικουμένου ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, συνοδευόμενη από τα απαραίτητα δικαιολογητικά (ΣτΕ 2309/2016, 580/2006, κ.ά.). Τέτοια υποχρέωση όμως δεν νοείται, όταν η Διοίκηση δεν έχει δέσμια αρμοδιότητα, αλλά διακριτική ευχέρεια. (ΣτΕ 31/2002, 201/2019).

Από τις διατάξεις του άρθρου 87 του Υπαλληλικού Κώδικα συνάγεται ότι η αναπλήρωση προϊσταμένου οργανικής μονάδας διενεργείται είτε αυτοδικαίως (παρ. 1 εδ. α') είτε με πράξη του οργάνου που είναι αρμόδιο για την τοποθέτηση προϊσταμένων (παρ. 1 εδ. β και παρ. 3). Στην πρώτη περίπτωση δεν απαιτείται πράξη ορισμού του αναπληρωτή προϊσταμένου, ενώ στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται πράξη του αρμόδιου οργάνου (πρβλ. ΣτΕ 2973/2014). Σε περίπτωση δε που το αρμόδιο όργανο εκδώσει τέτοια πράξη περί αναπλήρωσης, υφίσταται ευρεία διακριτική ευχέρεια αυτού να ορίσει ως ανα­πληρωτή προϊσταμένου που απουσιάζει, κωλύεται ή έχει κενωθεί η θέση αυτού, οποιονδήποτε από τους προϊσταμένους των υποκείμενων οργανικών μονάδων ή άλλων οργανικών μονάδων του αυτού επιπέδου, υπό την προϋπόθεση τήρησης του προβαδίσματος των βαθμών που θεσπίζει το άρθρο 80 του Υπαλληλικού Κώδικα, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των ειδικών ρυθμίσεων των οικείων οργανικών διατάξεων όσον αφορά τον κλάδο στον οποίο ανήκει ο οριζόμενος (βλ. ΔΕφΘεσ. 1682/2010, 346, 347, 491/2018).

10301/2021 Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών

Για την επιβολή τέλους διαφήμισης απαιτείται να προσδιορίζεται κατά συγκεκριμένο τρόπο στη σχετική έκθεση ελέγχου των οικείων πραγματικών περιστατικών η θέση στην οποία είναι τοποθετημένη η επιγραφή ή διαφήμιση, καθώς και η σχέση και συγκεκριμένα η έλλειψη σχέσης της θέσης αυτής προς το κατάστημα. Εκτυπώσεις εικόνας από τον ιστότοπο Google του σημείου που ευρίσκεται το κατάστημα και οι οποίες έχουν ληφθεί σε πολύ μεταγενέστερο του κρίσιμου χρόνου δεν συνιστούν μόνες αυτές πρόσφορα στοιχεία για την απόδειξη της διαφημιστικής δραστηριότητας της προσφεύγουσας εταιρείας.

826/2021 Ελεγκτικό Συνέδριο

Σε περίπτωση που η διοίκηση ορίζει την dies a quo της τριετούς αναδρομής του άρθρου 60 παρ. 1 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα από την πράξη που εκδίδεται σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου παραβιάζεται το δικαίωμα παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας του εκκαλούντος πολιτικού συνταξιούχου και συγχρόνως προσβάλλει το δικαίωμα αυτού για σεβασμό της περιουσίας του και διαρρηγνύει τη δίκαιη ισορροπία που πρέπει να υφίσταται μεταξύ της προστασίας της περιουσίας και των επιταγών του γενικού συμφέροντος και επομένως δεν είναι συμβατή με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 1 παρ. 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής,

14/2021 Ελεγκτικό Συνέδριο (Ολομ)

Από τις διατάξεων των άρθρων 1865,1868 ΑΚ και 61 ν.4182/2013 δεν προκύπτει ότι στην έννοια της εποπτείας και του ελέγχου που ασκείται από την αρμόδια αρχή επί του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας περιλαμβάνειται και η εξουσία καταλογισμού αυτού λόγω φερόμενης ζημίας της κληρονομίας, προκληθείσα από ενέργεια ή παράλειψη του εν λόγω κηδεμόνα, δοθέντος ότι οι ενέργειες αυτού, πριν επαχθεί η κληρονομία στο Δημόσιο, πλήττον τα συμφέροντα του κληρονόμου, ο οποίος όμως δεν έχει ακόμη επισήμως αναγνωρισθεί.

4/2021 Ελεγκτικό Συνέδριο

Αίτηση αναστολής πράξεως καταλογισμού αχρεωστήτως καταβληθεισών αμοιβών μελών ΔΕΠ. Εγγραφο του οικείου Αντιπρύτανη με το οποίο γνωστοποιείται στο μέλος ΔΕΠ ότι οφείλει να επιστρέψει στο Δημόσιο μέσω ΔΟΥ τις αχρεωστήτες καταβληθείσες αμοιβές και τον καλεί να τακτοποιήσει το συντόμότερο την ανωτέρω οφειλή στερείται εκτελεστότητας, έχοντας αμιγώς πληροφοριακό χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση οι δαπάνες μισθοδοσίας μελών ΔΕΠ βαρύνουν, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 ν.1268/82 τον κρατικό προϋπολογισμό και αρμόδιος για τον καταλογισμό τους είναι, ως διατάκτης των σχετικών δαπανών, ο αρμόδιος Υπηρεσιακός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας (άρθρο 65 παρ. 1 ν.4270/2014) και σε κάθε περίπτωση το Ελεγκτικό Συνέδριο (άρθρο 96 παρ. 3 ν.4270/2014)

11531/2020 Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθήνας

Επιδόματα παραπληγίας, τετραπληγίας, βαριάς νοητικής στέρησης και κίνησης. Χρόνος έναρξης της λήψης των επιδομάτων ο χρόνος υποβολής της αίτησης προς την Υγειονομική Επιτροπή των ΚΕΠΑ, χρόνος στον οποίο ανατρέχει και η διαγνωσθείσα από την Επιτροπή αναπηρία. Η αίτηση αυτή εμπεριέχει ενόψει του όλου περιεχομένου της, και αίτημα για τη χορήγηση των ένδικων επιδομάτων, δεδομένου, μάλιστα ότι τα επιδόματα αυτά αναγράφονται ρητά στην κατηγορία αιτήματος, τόσο στην ίδια την αίτηση, όσο και στο αποδεικτικό κατάθεσής της.

6624/2020 Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθήνας

Ανακοπή ΚΕΔΕ. Αναγκαία προϋπόθεση για τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των ομορρύθμων εταίρων προσωπικής εταιρείας αποτελεί η προηγούμενη έκδοση και νόμιμη κοινοποίηση προς αυτούς της ατομικής ειδοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 4 παρ. 1 ΚΕΔΕ, η οποία πρέπει να περιέχει όλα τα προσδιοριστικά στοιχεία του χρέους, όπως το οικοονμικό έτος και η αιτία αυτού. Η κοινοποίηση προς την ίδια την εταιρεία δεν αρκεί και δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 4 ΚΕΔΕ, καθώς τυχόν εφαρμογή της θα απέληγε είτε στη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των εταίρων, χωρίς προηγουμένως να τους έχει δοθεί η δυνατότητα να εξοφλήσουν το χρέους τους, είτε στην απώλεια σταδίου δικονομικής προστασίας τους

101/2020 Διοικητικό Εφετείο Λάρισας

Κοινωνική Ασφάλιση. Επανεισαγωγή από τον διευθυντή ασφαλιστικού οργανισμού ένστασης ασφαλισμένου ενώπιον της ΤΔΕ αποτελεί αίτηση επανεξέτασης, χωρίς την επίκληση νεων πραγματικών περιστατικών ή μεταβολή της νομοθεσίας ή της νομολογίας. Η απόφαση που εκδίδεται στερείται εκτελεστού χαρακτήρα ως πράξη επιβεβαιωτική τη αρχικής απόφασης και δεν υπόκειται σε προσφυγή.

497/2020 Ελεγκτικό Συνέδριο

Καταλογισμός σε βάρος δημοτικού υπαλλήλου, ο οποίος εσφαλμένως θωρήθηκε ότι δεν υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 20 ν.3801/2009. Ακυρώνεται ο καταλογισμός διότι α) ο εργαζόμενος ήταν καλόπιστος και βρισκόταν σε νομική πλάνη ως προς το συνταξιοδοτικό του καθεστώς. Ισχυρισμός του Δήμου, ότι το σφάλμα του οφειλόταν σε ελλιπή ενημέρωσή του από το ΙΚΑ, προβάλλεται  αλυσιτελώς, καθώς η ενιαία αντιμετώπιση της Διοίκησης επιτάσσει να μην αποβαίνει σε βάρος του διοικουμένου τυχόν σφάλμα αυτής, απ' όποια υπηρεσιά και αν προέρχεται, β) η καταβολή του καταλογισθέντος ποσού θα προκαλέσει στον υπάλληλο απρόβλεπτες οικονομικές δυσχέρειες με άμεση δυσμενή επίδραση στα μέσα διαβίωσης αυτού και της οικογενείας του, γ) έχει παρέλθει ικανός χρόνος από την καταβολή των αποδοχών

645/2020 ΣτΕ

Διαγωνισμός συμβολαιογράφων. Η διάταξη του άρθρου 25 παρ. 7 Κώδικα Συμβολαιογράφων, ερμηνευόμενη υπό το φως των συνταγματικών αρχών της ισότητας, της αξιοκρατίας και της επαγγελματικής ελευθερίας, έχει την έννοια ότι οι επιτυχόντες στο διαγωνισμό υποβάλλουν αίτηση προτίμησης για τον διορισμό τους, όχι σε κενές "έδρες", αλλά σε κενές θέσεις συμβολαιογράφων ανεξαρτήτως ειρηνοδικειακής περιφέρειας, διορίζονται δε με σειρά προτεραιότητας ανάλογα με τη βαθμολογία τους. Κατά την έννοια εξάλλου της ίδιας διάταξης και των διατάξεων της παρ. 2 του ίδιου άρθρου, ερμηνευομένων υπό των ίδιων συνταγματικών αρχών, καθώς και της αρχής της διαφάνειας, οι κενές θέσεις συμβολαιογράφων που προκηρύσσονται πρέπει να προσδιορίζονται αναλυτικά ως προς τα χαρακτηριστικά τους, ήτοι αν πρόκειται για θέση που περιλαμβάνει συγκεκριμένο αρχείο συμβολαιογραφικών πράξεων ή όχι. Συνεπώς έρχεται σε αντίθεση με την ως άνω διάταξη, η διάταξη του άρθρου 6 εδάφιο 6 της ΥΑ 70280/2012, ως ισχύει με την τροποποίησή της με την ΥΑ 4582/2016, σύμφωνα με την οποία οι επιτυχόντες στο διαγωνισμός υποβάλλουν αίτηση στην οποία αναφέρεται με σειρά προτίμησης η έδρα ή οι έδρες των ειρηνοδικείων που επιθυμούν να διοριστούν.

983/2020 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών

Κοινωνική Ασφάλιση. Οι διατάξεις των άρθρων 138 παρ. ΙΑ περ. 3 ν. 4052/2012 και 55 ν.4144/2013, με τις οποίες επαναθεσπίσθηκε η δικονομική δυνατότητα των ασφαλιστικών οργανισμών να ασκούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων προσφυγή κατά πράξεων των ιδίων τους οργάνων που αποφαίνονται επί ενδικοφανών προσφυγών, πρέπει καθ'ερμηνεία να θεωρηθεί -προκειμένου να εναρμονίζονται οι διατάξεις αυτές με τις αντίστοιχες του Κ.Δ.Δ.- ότι συμπληρώνουν την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 64 του Κ.Δ.Δ. Επομένως είναι εφαρμοστέα και για την άσκηση της προκείμενης προσφυγής η περί προθεσμίας διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 66 Κ.Δ.Δ., ήτοι προθεσμία ενενήντα ημερών, η οποία εκκινεί από την έκδοση ή τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης πράξης και όχι από την επίδοση ή την αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της, όπως ισχύει για τις προσφυγές των διοικουμένων. Απορριπτέος λόγος έφεσης, ο οποίος πλήττει την κατά τα ανωτέρω ημερομηνία εκκίνησης.

987/2019 Ελεγκτικό Συνέδριο (Πράξη Α' Κλιμακίου)

Εικαστικοί καλλιτέχνες. Αναδρομική παρακράτηση ποσών λόγω αναπροσαρμογής της τιμητικής σύνταξης με τον ν. 4151/2013. Αντίκειται στις αρχές της χρηστής και εύρυθμης διοίκησης το γεγονός ότι η αχρεώστητη καταβολή του ποσού της συνταξης έλαβε χώρα χωρίς υπαιτιότητά της, αλλά οφείλεται στη μακροχρόνια καθυστέρηση των υπηρεσιών του ΓΛΚ να εφαρμόσουν τα σχετικώς οριζόμενα στον ν.4151/2013, η δε αναδρομική παρακράτηση επιφέρει άμεση δυσμενή επίδραση στα μέσα διαβίωσής της

624/2019 Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών

Ως προϊστάμενος νομικής υπηρεσίας ή ως νομικός σύμβουλος θεωρείται εκείνος που παρέχει έργο επιτελικού χαρακτήρα, με συνέπεια η επιλογή του να προϋποθέτει εντονότερη σχέση εμπιστοσύνης. Γι'αυτό και προς εξασφάλιση της σχέσης αυτής, με απόκλιση από τη διαφάνεια που απαιτεί ο κανόνας (διαδικασία πρόσληψης μετά από δημόσια πρόκήρυξη και αξιολόγηση) επιτρέπεται, κατ' εξαίρεση, η επιλογή να γίνει με τρόπο, στον οποίο επικρατεί το προσωπικό στοιχείο. Στην περίπτωση που για το προσωπικό του εντολέα ισχύει κανονισμός που προβλέπει μόνιμη υπηρεσία τούτου, δηλαδή μονιμότητα στην υπηρεσία, και ανεξάρτητα από το εάν ο έμμισθος δικηγόρος υπάγεται στον κανονισμό αυτόν, η καταγγελία εκ μέρους του εντολέα καθίσταται αιτιώδης. Για το ορισμένο της αγωγής, η οποία έχει ως αίτημα την επιδίκαση της αμοιβής που συμφωνήθηκε μεταξύ εντολέα και εντολοδόχου για δικαστικές ή εξώδικες ενέργειες πρέπει να αναφέρονται: α) η συμφωνία περί εντολής και το αντικείμενο αυτής, δηλαδή η συμφωνία διεξαγωγής υπόθεσης του εντολέα με καθορισμό (έστω γενικό) του πλαισίου της εντολής, β) το ύψος της αμοιβής (νόμιμης ή συμφωνημένης), γ) η εκτέλεση της εντολής με την ενέργεια των αναγκαίων για την διεκπεραίωση των ανατεθεισών υποθέσεων δικαστικών και εξωδίκων πράξεων και δ) η τήρηση του τύπου που επιβάλλεται και ίσχυε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα εάν ο εντολέας είναι ΝΠΔΔ

1542/2019 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Προκήρυξη Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου. Εφαρμοστέο το νομοθετικό καθεστώς του χρόνου έκδοσης της προκήρυξης. Προσόντα για το διορισμό τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16 παρ. 1 εδ. γ' ν. 4310/2014, μεταξύ των οποίων και τα προσόντα Ερευνητή βαθμίδας Α' σε φορέα αλλοδαπής. Αποκλεισμός του αιτούντος για το λόγο ότι δεν είχε διδακτορικό δίπλωμα, χωρίς να προκύπτει ποια ήταν κατά το χρόνο έκδοσης της Προκήρυξης τα νόμιμα προσόντα διορισμού στη θέση του φορέα αλλοδαπής που κατείχε, παρίσταται πλημμελώς αιτιολογημένος.

774/2019 Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά

Στρατιωτικοί και πολιτικοί υπάλληλοι. Επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής. Αντικειται στα άρθρα 4 παρ. 5 Σ και 78 παρ. 1 και 4 Σ. νομοθετική διάταξη που επιβάλλει φόρο εισοδήματος στο ως άνω επίδομα, το οποίο προβλέφθηκε για να  ανταποκριθούν οι υπάλληλοι στην ανάγκη αντιμετώπισης του αυξημένου κόστου ζωής στην αλλοδαπή και των ειδικών συνθηκών διαβίωσης σε κάθε χώρα, συνεπώς δε προς κάλυψη των δαπανών στις οποίες αυτοί υποβάλλονται εξαιτίας της υπηρεσίας που τους ανετέθη, τον χαρακτήρα δε του επιδόματος δεν αναιρεί το γεγονός ότι παρέχεται αενξέρτητα από την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων για τη διενέργεια δαπανών, διότι οι σχετικές δαπάνες είναι αναμενόμενες και άρρηκτα συνδεδεμένες με την υπηρεσία που προσφέρει ο υπάλληλος στην αλλοδαπή.

669/2019 ΣτΕ

ΑΣΕΠ. Π.Δ. 164/2004. Τόσο από το περιεχόμενο (δηλαδή από τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την υπαγωγή στις διατάξεις του) όσο και από τον σκοπό του (που είναι η αποκατάσταση των εργαζομένων του δημόσιου τομέα οι οποίοι απασχολήθηκαν με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή με συμβάσεις έργου που υπέκρυπταν συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου), ο νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης ορισμένου χρόνου δυνάμει της οποίας προσλήφθηκε ο εργαζόμενος δεν ασκεί επιρροή, εφόσον τα καθήκοντα τα οποία πράγματι άσκησε δεν στοιχούν προς τον χαρακτηρισμό αυτό. Συνεπώς, εφόσον, όπως δέχθηκε το Α.Σ.Ε.Π., οι εργαζόμενοι δεν άσκησαν διδακτικά καθήκοντα, δεν αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 11 του π.δ. 164/2004, για τον λόγο ότι οι συμβάσεις τους χαρακτηρίζονταν ως συμβάσεις του άρθρου 5 του π.δ. 407/1980.

70/2019 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Δημόσιος διαγωνισμός. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Ηλεκτρονική φόρμα οικονομικής προσφοράς. Μη επιτρεπτή η αναμόρφωση των σχετικών κονδυλίων από την αναθέτουσα αρχή, με την συμπλήρωση ή με την αντιπαραβολή άλλων εγγράφων. Η συμπλήρωση ή διευκρίνιση εγγράφων δεν επιτρέπεται να έχει ως συνέπεια μεταγενέστερη αντικατάσταση εγγράφων που έχουν υποβληθεί

2972/2018 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Προσωρινή τοποθέτηση Προϊσταμένου Διεύθυνσης. Η θέση παραμένει κενή εφόσον σ'αυτήν δεν υπηρετεί οριστικός προϊστάμενος, νόμιμα επιλεγμένος σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 84,85,86 Υ.Κ. Συνεπώς δεν τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 30 ν.4369/2016. Νόμιμη η αιτιολογία τοποθέτησης νεου προσωρινού προϊσταμένου κατ' επίκληση της ανάγκης εύρυθμης λειτουργίας των υπηρεσιών, η οποία άλλωστε συμπληρώνεται νομίμως και από τα στοιχεία του φακέλου.

1409/2018 Διοικητικό Εφετείο Πειραιά

Δημόσια έργα. Τα ποσοστά αποζημίωσης επί του αρχικού συμβατικού ποσού σε περίπτωση πρόωρης διάλυσης της σύμβασης από τον φορέα κατασκευής του έργου δεν εξαρτάται μόνο από το ποσοστό των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί. Απόφαση του Υπουργού που απορρίπτει σχετική αίτηση θεραπείας μετά την πάροδο της προβλεπόμενης τρίμηνης προθεσμίας δεν είναι εκτελεστή, αλλά επιβεβαιωτική της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης. Αλυσιτελώς προσβάλλονται λόγοι που αφορούν παραβάσεις ουσιώδους τύπου.

5706/2018 Εφετείο Αθηνών

Αποτελεί διοικητική σύμβαση, διαφορά εκ της οποίας υπάγεται στην αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων, σύμβαση, η οποία καταρτίστηκε δυνάμει διακηρύξεως ΝΠΔΔ, στην οποία σαφώς ορίζεται ότι τόσο αυτή, όσο και η σύμβαση διέπεται από κανονιστικό καθεστώς που εξασφαλίζει στο συμβαλλόμενο ΝΠΔΔ υπερέχουσα θέση έναντι του αναδόχου και ειδικότερα περιέχονται σε αυτή όροι, όπως το δικαίωμα μονομερούς παράτασης της διάρκειας, το δικαίωμα επίβλεψης της ακριβούς και ποιοτικής τήρησης των όρων της σύμβασης με ειδική επιτροπή, το δικαίωμα κήρυξης του αναδόχου έκπτωτου χωρίς καταβολή αποζημίωσης αν δεν εκπληρώνει ή εκπληρώνει πλημμελώς τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή παραβιάζει ουσιώδη όρο της σύμβασης, το δικαίωμα κήρυξης του αναδόχου έκπτωτου αν η πλημμελής παροχή υπηρεσιών καθιστά δυσχερή την ολοκλήρωση του έργου, το δικαίωμα μονομερούς διακοπής της σύμβασης, χωρίς καμία υποχρέωση έναντι του ανδόχου, εφόσον οι ανάγκες σε προσωπικό καλυφθούν με προσλήψεις ή εφόσον το παρεχόμενο έργο κριθεί ότι δεν είναι το ενδεδειγμένο, το δικαίωμα ελέγχου της τήρησης της ασφαλιστικής και λοιπής νομοθεσίας και καταγγελίας των παραβάσεων του αναδόχου, το δικαίωμα επιβολής προστίμου σε περίπτωση δυσφοράς ή άρνησης συνεργασίας του αναδόχου στον έλεγχο, το δικαίωμα διαπίστωσης δια των οργάνων του ΝΠΔΔ της ακαταλληλότητας του απασχολουμένου προσωπικού (όχι μόνο σε σχέση με τις ικανότητες και τη δεξιοτεχνία του, αλλά και με την όλη στάση, συμπεριφορά, παρουσία, τιμιότητα, ευγένεια και άλλα παρόμοια δεδομένα) και υπόδειξης προς τον ανάδοχο της αντικατάστασής του (με αντίστοιχη υποχρέωση του αναδόχου να προβαίνει στην αντικατάσταση)

118/2018 Διοικητικό Εφετείο Πειραιά (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Για την επιλογή των υπαλλήλων στους οποίους θα ανατεθούν καθήκοντα προσωρινών προϊσταμένων από αυτούς που έχουν τα αναγκαία τυπικά προσόντα, το αρμόδιο όργανο διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια. Ενόψει του προσωρινού χαρακτήρα της ανάθεσης καθηκόντων και της ανάγκης ταχείας ολοκλήρωσης της διαδικασίας επιλογής, το αρμόδιο όργανο δεν είναι υποχρεωμένο να προβεί σε συγκριτική αξιολόγηση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων, οφείλει όμως να λάβει υπόψη τα ουσιαστικά προσόντα των υπαλλήλων, την ποιότητα της υπηρεσιακής δραστηριότητάς τους, τη γνώση του αντικειμένου του φορέα, της οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης και τις διοικητικές ικανότητές τους.

80/2018 Διοικητικό Εφετείο Πατρών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Ακυρωτέα απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου η οποία αναιτιολογήτως απέρριψε ένσταση του προσφεύγοντος δημοσίου υπαλλήλου, για το γεγονός ότι δεν επετράπη η εξέταση συγκεκεριμένων προσώπων ως μαρτύρων. Με δεδομένο ότι δεν διεξήχθη πειθαρχική ανάκριση και θεωρήθηκε επαρκής η ΕΔΕ που είχε διενεργηθεί η πρόταση μαρτύρων μπορούσε να γίνει εμπροθέσμως έως και το στάδιο της απολογίας του, αφού δεν παρασχέθηκε σε αυτόν η ευχέρεια να ζητήσει την εξέταση μαρτύρων. Και τούτο διότι κατά τη διάρκεια της ΕΔΕ δεν είχε προσδιορισθεί ακόμη επακριβώς το περιεχόμενο των μετέπειτα αποδοθέντων σε αυτόν πειθαρχικών παραπτωμάτων, προκειμένου να ζητήσει την εξέταση μασρτύρων για την απόδειξη των υπερασπιστικών του ισχυρισμών

539/2018 Eλεγκτικό Συνέδριο

Για την ειδική αιτιολόγηση γνωμάτευσης Υγειονομικής Επιτροπής, που αφορά συνταξιοδότηση λόγω πάθησης εξαιτίας της υπηρεσίας, απαιτείται κρίση σχετικά με α) τις συγκεκριμένες συνθήκες και τους παράγοντες που συνέβαλαν στην εκδήλωση της πάθησης, β) τη συσχέτιση της πάθησης αυτής με την υπηρεσία, γ) την ενδεχόμενη επιρροή που άσκησαν στην εξέλιξη της νόσου οι ειδικότερες συνθήκες εκτέλεσης της υπηρεσίας

1061,1062/2017 Διοικητικό Πρωτοδικείο Βόλου

Κοινωνική Ασφάλιση. Η ενενηκονθήμερη προθεσμία άσκησης προσφυγής από ορισμένη διοικητική αρχή κατά πράξεων οργάνων της ιδίας, καταλαμβάνει πλέον αποκλειστικώς την περίπτωση άσκησης προσφυγής εκ μέρους του Υπουργού Οικονομικών και των κατά μεταβίβασης της σχετικής αρμοδιότητας οργάνων κατά πράξεων των φορολογικών οργάνων του Δημοσίου και όχι το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Μόνο το ΕΤΕΑΜ και πλέον ΕΤΕΑΕΠ νομιμοποιείται σε άσκηση προσφυγής κατά απόφασης ΤΔΕ που αφορά απονομή επικουρικής σύνταξης και όχι ο ΕΦΚΑ, ο οποίος αποτελεί καθολικό διάδοχο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ

250/2017 Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών

Οι ατομικές συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου εξαιρούνται από το Βιβλίο ΙV του ν. 4412/2016, όπου ενσωματώνονται οι σχετικοί κανόνες για την παροχή έννομης προστασίας κατά το αναθεσιακό στάδιο των δημοσίων συμβάσεων και συνεπώς αναρμοδίως εισάγεται η προσφυγή ενώπιον της ΑΕΠΠ

91/2017 Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών

Μόνο δυνατό περιεχόμενο οριστικής κρίσεως της ΑΕΠΠ δύναται να είναι η αποδοχή ή η απόρριψη της προσφυγής. Εαν δεν εκδοθεί απόφαση επί της προσφυγής μετά πάροδο εξήντα ημερών από την κατάθεσή της, η ΑΕΠΠ καθίσταται αναρμόδια κατά χρόνο να αποφασίσει επί της προσφυγής και συντελείται σιωπηρή απόρριψή της

1251/2017 ΑΣΕΠ

Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση της παρ. 12 του άρθρου 2 του ν.2527/1997, με την οποία προστέθηκε η ανωτέρω παράγραφος στο άρθρο 17 του ν.2190/1994, με τις διατάξεις αυτές προσδιορίζεται η έκταση του ακυρωτικού αποτελέσματος αμετάκλητης απόφασης διοικητικού δικαστηρίου, που προκλήθηκε από τον υποψήφιο, επί των οικείων πινάκων επιτυχίας των υποψηφίων, περιορίζοντάς το μόνο στο συγκεκριμένο υποψήφιο, ο οποίος επέτυχε, δια της αποφάσεως, το ακυρωτικό αποτέλεσμα, χωρίς να αλλάζει η σειρά των λοιπών υποψηφίων

529/2016 Ελεκτικό Συνέδριο Τμήμα IV

Σχολάζουσα κληρονομιά. Καταλογισμός. Εφόσον το δικαστήριο της κληρονομιάς δεν έχει προβεί στη βεβαίωση ότι δεν υπάρχει άλλος κληρονόμος, εκτός από το Δημόσιο, ο Υπουργός Οικονομικών είναι αναρμόδιος να καταλογίσει σε βάρος του κηδεμόνα το έλλειμμα της κληρονομιάς

2787/2015 ΣτΕ Ολομέλεια

Η προκήρυξη δημοψηφίσματος συνιστά κυβερνητική πράξη αναγόμενη στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας και δεν υπόκειται στον ακυρωτικό έλεγχο του ΣτΕ. Σε κάθε περίπτωση ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος υπάγεται στην αρμοδιότητα του ΑΕΔ

1189/2015 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών

Εάν όργανο του Κράτους απομακρυνθεί από τη δημόσια υπηρεσία, συνεπεία παράνομης πράξης της Διοίκησης, δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση, στην οποία περιλαμβάνεται το σύνολο των αποδοχών τις οποίες θα εισέπραττε, εαν δεν είχε παρανόμως απομακρυνθεί. Στο σύνολο των αποδοχών περιλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως και οιασδήποτε μορφής επιδόματα, έστω και αν αυτά συναρτώνται με την ενεργό υπηρεσία, με μόνη την προϋπόθεση να καταβάλλονται παγίως και κατά τακτά χρονικά διαστήματα στους τελούντες σε ενεργό υπηρεσία. Τα αυτά ισχύουν και για το ειδικό εκλογικό επίδομα, το οποίο καταβάλλεται σε όλους τους υπαλλήλους του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης σε κάθε εκλογική περίοδο και συνεπώς και η παροχή αυτή αποτελεί μέρος των συνολικών αποδοχών τις οποίες κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα ελάμβανε ο υπάλληλος

1534/2014 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Συμβολαιογράφοι-Αμισθοι Υποθηκοφύλακες. Η Διοίκηση μπορεί, αιτιολογώντας την κρίση της, να επιλέξει εκ των υποψηφίων εκείνον που θεωρεί καταλληλότερο, με προτίμηση, κατά τη σαφή πρόβλεψη του νόμου, στον έχοντα άδεια δικηγόρου, όχι όμως με μοναδικό κριτήριο το προσόν αυτό. Η Διοίκηση οφείλει να προβεί σε σύγκριση των υποψηφίων με βάση τα προσόντά τους συνεκτιμώντας και την εμπειρία των συνυποψηφίων

426/2014 Διοικητικό Εφετείο Πειραιά (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Εκλογή μέλους ΔΕΠ. Δεδομένου ότι δεν παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία ως προς τα κριτήρια επιλογής των εξωτερικών εκλεκτόρων και δεν αιτιολογείται περαιτέρω ποιο είναι το συνδετικό εκείνο στοιχείο των ποικίλων γνωστικών αντικειμένων προς αυτό της υπό πλήρωση θέσης, το οποίο τα καθιστά συναφή, καθόσον δεν αρκεί η απλή αναφορά των γνωστικών αντικειμένων των άνω μελών ΔΕΠ από την οποία προκύπτει, άλλωστε, και η ποικιλία τους, και επίσης δεν αναφέρεται ο λόγος για τον οποίο παραμερίσθηκαν και δεν συμπεριελήφθησαν στον κατάλογο άλλα μέλη, η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης περί συγκρότησης του εκλεκτορικού σώματος δεν αιτιολογείται νομίμως

311/2014 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Αποδοχές υπαλλήλων. Η διαφορά που αναφύεται από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της ρήτρας περί μη λήψης αναδρομικών αποδοχών έχει μεν ως αντικείμενο ορισμένη χρηματική αξίωση, ήτοι το ποσόν των οφειλόμενων αναδρομικών αποδοχών, δεν αναφέρεται, όμως, στον υπολογισμό του ύψους των αποδοχών αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις που ρυθμίζουν τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά στο δικαίωμα του αιτούντος να λάβει αναδρομικές αποδοχές, ως έννομης συνέπειας του αναδρομικού διορισμού του, δηλαδή σε ζήτημα άμεσα συνδεόμενο με την υπηρεσιακή κατάσταση αυτού. Επομένως, από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της ρήτρας αυτής αναφύεται ακυρωτικής φύσης διαφορά, σχετική με την υπηρεσιακή κατάσταση του υπαλλήλου και όχι διοικητική διαφορά ουσίας, σχετική με τις αποδοχές αυτού. Αν το Δημόσιο αρνηθεί να προσλάβει σε δημόσια θέση υποψήφιο και η άρνηση αυτή ακυρωθεί στη συνέχεια με απόφαση του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, ακολούθως δε η Διοίκηση σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική αυτή απόφαση διορίσει τον υποψήφιο αναδρομικώς στην πιο πάνω θέση, ο τελευταίος αυτός δικαιούται να ζητήσει το σύνολο των αποδοχών που θα είχε εισπράξει αν είχε αναλάβει πράγματι υπηρεσία από την ημερομηνία του αναδρομικού διορισμού (πρβλ. ΣτΕ 748/2007, 3170/2005, 3629-3631/2001, 919/2001, 1631/2000). Επομένως, η πράξη αναδρομικού διορισμού αυτού έχει όλες τις συνέπειες, στις οποίες περιλαμβάνεται και το δικαίωμα λήψης αναδρομικών αποδοχών (πρβλ ΣτΕ 957/2010), ενώ η ρήτρα στην πράξη αυτή περί μη λήψης αναδρομικών αποδοχών είναι μη νόμιμη (βλ. ΣτΕ 1356/1999, 2909/1994 ).

4551/2013 ΣτΕ

Κίνητρα σε αθλητές. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 34 και 31 παρ. 8 του ν.2725/1999 και 3 της εκδοθείσης κατ’ εξουσιοδότηση αυτών υπ’ αριθμ. 14771/2000 απόφασης του Υπουργού Πολιτισμού, καθώς και από τα διαλαμβανόμενα στην εισηγητική έκθεση του ως άνω νόμου, συνάγεται ότι και στην περίπτωση ακόμη που αθλητής σημειώσει περισσότερες από μια διακρίσεις μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, η οικονομική επιβράβευση του προπονητή του εξακολουθεί να ανέρχεται στο 50% της συνολικής οικονομικής επιβράβευσης που δικαιούται ο αθλητής αυτός. Άλλωστε, όπου ο νομοθέτης ήθελε να παράσχει μικρότερη οικονομική επιβράβευση στους προπονητές, όπως στην, διαφορετική από την προκείμενη, περίπτωση που περισσότεροι του ενός αθλητές ή ομάδες του ίδιου προπονητή σημειώσουν μια ή περισσότερες από τις παραπάνω διακρίσεις μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, όρισε τούτο ρητά, καθορίζοντας μάλιστα και τον τρόπο υπολογισμού αυτής.

999/2013 ΣτΕ

ΕΣΡ. Διοικητική κύρωση. Τα τηλεοπτικά μηνύματα που μεταδίδονται κατά τη διάρκεια ενημερωτικών τηλεοπτικών εκπομπών ή εκπομπών διαλόγου, στο πλαίσιο των οποίων ο τηλεοπτικός σταθμός παρέχει τη δυνατότητα στους τηλεθεατές, δια της απευθείας κλήσεως ειδικών τηλεφωνικών αριθμών, να μετάσχουν σε αυτές καταθέτοντας τις απόψεις τους, δεν συνιστούν «τηλεοπτική διαφήμιση»,ούτε «τηλεπώληση», διότι με τη μετάδοσή τους ο τηλεοπτικός σταθμός δεν αποσκοπεί στην άσκηση αυτοτελούς οικονομικής δραστηριότητας με την άμεση παροχή υπηρεσιών ή αγαθών έναντι πληρωμής, αλλά επιζητεί να καταστήσει την εκπομπή διαλογική

393/2013 ΣτΕ

Λαθρεμπορία. Σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1165/1918, η αρμοδιότητα καταλογισμού πολλαπλών τελών λόγω λαθρεμπορίας προϋποθέτει αρμοδιότητα του ελληνικού κράτους προς είσπραξη των δασμών και λοιπών επιβαρύνσεων, όπως είναι, εν όψει της φύσεως των εμπορευμάτων (τσιγάρα), ο ειδικός φόρος καταναλώσεως, που αποτελούν την βάση επιβολής των πολλαπλών τελών, το δε δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε ότι οι επίδικες ποσότητες τσιγάρων διετέθησαν λαθραίως (και επομένως διέφυγαν από την τελωνειακή επιτήρηση) σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως άλλες από την Ελλάδα και, συνεπώς, δεν προκύπτει, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, αρμοδιότητα των ελληνικών αρχών προς είσπραξη δασμών και ειδικού φόρου καταναλώσεως. Δεν μπορεί δε να θεωρηθεί ότι το δικάσαν δικαστήριο διέλαβε κρίση περί αρμοδιότητος της ελληνικής πολιτείας προς είσπραξη δασμών αναφορικά με τα επίμαχα φορτία τσιγάρων ως εκ του ότι εδέχθη ότι έλαβε χώρα στο έδαφός της «παράβαση που εμπόδισε τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές να ερευνήσουν την απομάκρυνση του εμπορεύματος υπό καθεστώς ΤΙR από την τελωνειακή επιτήρηση», ως τοιαύτη νοουμένη την επιστροφή στην Ο.Φ.Α.Ε. των πλαστογραφημένων δελτίων ΤΙR, και τούτο διότι δεν διεκριβώθη πάντως από το εν λόγω δικαστήριο, ακόμη και υπό την υιοθετείσα υπ’ αυτού εκδοχή ότι η παρατυπία αυτή απετέλει απομάκρυνση από την τελωνειακή επιτήρηση κατά την έννοια του άρθρου 203 παρ.2 του κοινοτικού Tελωνειακού Kώδικα, ότι ήταν η πρώτη σημειωθείσα παράβαση ή παρατυπία στην επίμαχη μεταφορά ΤΙR καθιστώσα, ως εκ τούτου, αρμόδιο προς είσπραξη της τελωνειακής οφειλής το ελληνικό κράτος.

3/2013 Πειθαρχικό Συμβούλιο μελών ΔΕΠ

Σύμφωνα με την αρχή της αμεροληψίας των διοικητικών οργάνων δεν είναι ανεκτή η άσκηση αρμοδιότητας για την κίνηση και τη διεξαγωγή της πειθαρχικής διαδικασίας, καθώς και για την επιβολή της πειθαρχικής ποινής, από το ίδιο το διοικητικό όργανο κατά του οποίου στρέφεται η επίμαχη ενέργεια, συμπεριφορά ή πράξη. Τούτο δε, διότι τόσο η κίνηση και διεξαγωγή της πειθαρχικής διαδικασίας, όσο και η σχετική με την ενοχή ή μη του πειθαρχικώς διωκομένου απόφαση πρέπει να προέρχονται από όργανα και πρόσψπα, ως μέλη των οργάνων αυτών που παρέχουν τα εχέγγυα αμοερόληπτης κρίσης, πράγμα που αντικειμενικώς τίθεται σε αμφισβήτηση όταν το ίδιο διοικητικό όργανο, ως έχον την πειθαρχική αρμοδιότητά ή μέλη αυτού κρίνουν, κατόπιν συλλογής και αξιολογήσεως των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων, ότι η ενέργεια, πράξη ή συμπεριφορά που τους αφορά συνιστά στη συγεκριμένη περίπτωση πειθαρχικό παράπτωμα που διαπράχθηκε σε βάρος τους.

2110/2012 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Πειθαρχικό δίκαιο. Κατά την έννοια της  διάταξης του άρθρου 114 παρ. 3 ν. 2683/1999, όπως αυτή ερμηνεύεται υπό το φως του άρθρου 6 παρ. 2 της Σύμβασης της Ρώμης, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, ο πειθαρχικός δικαστής δεσμεύεται από την αθωωτική ποινική απόφαση, ανεξαρτήτως αν τούτο εξέφερε κρίση μετά ή άνευ αμφιβολιών. Η δέσμευση αυτή του πειθαρχικού δικαστή από την αθωωτική ποινική απόφαση συντρέχει υπό την προϋπόθεση ότι τα πραγματικά περιστατικά για τα οποία διώχθηκε ποινικώς ο υπάλληλος αλλά αθωώθηκε, ταυτίζονται πλήρως με αυτά για τα οποία του ασκήθηκε πειθαρχική δίωξη (βλ. απόφαση ΕΔΔΑ της 27/9/2007, Βασίλειος Σταυρόπουλος κατά Ελλάδος, ΣτΕ 2690/2008).
 

811/2012 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Κρίση Διευθυντών ΕΣΥ. Η πράξη διορισμού είναι ακυρωτέα, γιατί η απόφαση του Συμβουλίου Επιλογής και Αξιολόγησης Διευθυντών Ιατρών Ε.Σ.Υ. επί της οποίας ερείδεται δεν είναι νόμιμη, καθώς το Υπηρεσιακό Συμβούλιο που συνετέθη από πέντε μέλη και πέντε αναπληρωματικά εκ των οποίων τα υπό της Διοικήσεως ορισθέντα τακτικά τέσσερα μέλη ήταν όλοι άνδρες, δεν είχε νόμιμη σύνθεση, διότι δεν περιλάμβανε, κατά παράβαση του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 2839/2000, μεταξύ των ορισθέντων από τη Διοίκηση μελών καμία γυναίκα,  χωρίς να παρατίθεται αιτιολογία στην απόφαση συγκρότησης, ότι δεν ορίστηκαν και από τα δύο φύλα μέλη του Συμβουλίου γιατί δεν υπήρχαν γυναίκες Ιατροί του ΕΣΥ Διευθύντριες

244/2012 ΣτΕ

ΕΣΡ. Διοικητική κύρωση. Υποχρέωση αντικειμενικής και πολυφωνικής ενημερώσεως. Καταλαμβάνει, προεχόντως, τις εκπομπές πολιτικού (και ευρύτερα ενημερωτικού) περιεχομένου, δηλαδή τις εκπομπές πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου και προβληματισμού καθώς και τα δελτία ειδήσεων. Η αντικειμενικότητα αυτή επιβάλλει την τήρηση αποστάσεων από όλες τις δυνατές απόψεις που μπορούν να διατυπωθούν σε σχέση με ένα πολιτικό ή κοινωνικό ζήτημα και επιβάλλει, κατά την παρουσίασή τους, ουδετερότητα σε σχέση με τις απόψεις αυτές, υπό την έννοια ότι απαγορεύεται η συστηματική παρουσίαση ορισμένων μόνο εξ αυτών και η αποσιώπηση των υπολοίπων. Το άρθρο 15 παράγραφος 2 του Συντάγματος επιβάλλει την αρχή αυτή της πολυφωνίας στον ειδικότερο τομέα της παρουσίασης των απόψεων όλων ανεξαιρέτως των πολιτικών κομμάτων στα οποία αναφέρεται, καθώς και των ειδήσεων που αφορούν την δραστηριότητά τους. Τούτο, δε είτε οι απόψεις και οι ειδήσεις αυτές αφορούν την πολιτική διαμάχη με άλλα κόμματα, είτε αναφέρονται στην αυτοτελή δραστηριότητα κάθε κόμματος ξεχωριστά. Πολυμερής, δε, αντικειμενική και ισότιμη παρουσίαση δεν είναι αυτή που γίνεται με βάση την μαθηματική κατανομή του χρόνου μεταξύ των κομμάτων, ανάλογα με την κοινοβουλευτική δύναμή τους. Επομένως, παραβιάζει την υποχρέωσή του να τηρεί την αρχή της πολυφωνίας σε σχέση με την παρουσίαση των απόψεων και της δραστηριότητας των πολιτικών κομμάτων ένας ιδιωτικός τηλεοπτικός ή ραδιοφωνικός σταθμός, όταν δεν παρουσιάσει τέτοια γεγονότα της πολιτικής επικαιρότητας, σχετιζόμενα με συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα και άξια μεταδόσεως με βάση τα κριτήρια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Για να διαπιστωθεί δε, περαιτέρω, εάν η εν λόγω αποσιώπηση γεγονότων της πολιτικής επικαιρότητας σχετιζομένων με ένα πολιτικό κόμμα συνιστά παράβαση των συναφών διατάξεων που διέπουν τη λειτουργία ενός τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού σταθμού, θα πρέπει να προκύπτει ότι η ως άνω παράλειψη συνεχίσθηκε για σημαντικό χρονικό διάστημα, η ακριβής διάρκεια του οποίου μπορεί και να ποικίλλει, ανάλογα με την επικαιρότητα της αντίστοιχης περιόδου και την πυκνότητα των γεγονότων και των εξελίξεων.

2887/2011 ΣτΕ

Μεταβίβαση ραδιοφωνικού σταθμού. Για να ληφθεί υπ’ όψη το κριτήριο « του χρόνου αναμονής» (άρθρο 7 παρ. 6 περίπτωση α υποπερίπτωση ββ του ν. 2328/1995) δεν απαιτείται η εξαντλητική απαρίθμηση στην – προβλεπόμενη στο άρθρο 6 παρ. 13 του ν. 2328/1995 – συμβολαιογραφική πράξη όλων των στοιχείων της μεταβιβαζόμενης επιχειρήσεως, αλλά αρκεί από το περιεχόμενο της πράξεως αυτής σε συνδυασμό με τα υπάρχοντα συναφή στοιχεία να συνάγεται ότι, κατά την βούληση των συμβαλλομένων μερών, ο μεταβιβάζων ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει στον αποκτώντα τα επιμέρους στοιχεία, που συγκροτούν την επιχείρηση του ραδιοφωνικού σταθμού και είναι αναγκαία για την συνέχιση της λειτουργίας του.

61/2011 Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών

Δημοτικές εκλογές. Με τον ν. 3852/2010, κατά παρέκκλιση του προγηουμένου νομοθετικού καθεστώτος, ο νομοθέτης επεδίωξε κατά την Α' κατανομή των εδρών να λαμβάνουν έδρα όχι μόνο οι συνδυασμοί που έχουν λάβει αριθμό ψήφων ίσο με το εκλογικό μέτρο, αλλά και οι επιλαχόντες συνδυασμοί ανάλογα με τον αριθμό των αχρησιμοποίητων υπολοίπων εγκύρων ψηφοδελτίων τους, προκειμένου, όπως αναφέρεται και στην οικεία αιτιολογική έκθεση, να συμμετάσχουν στα δημοτικά συμβούλια οι συνδυασμοί που ,ενόψει του αριθμού ψήφων που έλαβαν στις εκλογικές περιφέρειες, έχουν επαρκές λαϊκό έρεισμα και να εξασφαλίζεται έτσι η ευρύτερη λαϊκή εκπροσώπηση σε αυτά. Υπό τα δεδομένα αυτά και ενόψει του επιδιωκόμενου κατά τα άνω σκοπού του νομοθέτη, η διάταξη του άρθρου 33 παρ. 3 εδ. γ ν.3852/2010 έχει την έννοια ότι σε περίπτωση επανάληψης της εκλογής για την ανάδειξη δημοτικών αρχών οι έννοιες του επιτυχόντος και των επιλαχόντων συνδυασμών οριοθετούνται μετά την ολοκλήρωση και της επαναληπτικής ψηφοφορίας, ενώ η διαδικασία κατανομής των εδρών του δημοτικού συμβουλίου στηρίζεται μεν κατά την Α'κατανομή στα αποτελέσματα της πρώτης ψηφοφορίας στα όρια που επιτάσσει ο νόμος, διενεργείται όμως μετά την ολοκλήρωση και της διαδικασίας της επαναληπτικής ψηφοφορίας σε ένα και ενιαίο στάδιο, στο οποίο υφίσταται ενότητα και αλληλεξάρτηση. Ετσι, κατά την κατανομή των υπολοίπων προς διάθεση εδρών της Α' κατανομής, που διενεργείται με βάση τα αχρησιμοποίητα υπόλοιπα ψήφων, συμμετέχουν μόνο εκείνοι οι συνδυασμοί, οι οποίοι με βάση τα αποτελέσματα και της επαναληπτικής ψηφοφορίας, έχουν αποκτήσει την ιδιότητα του επιλαχόντος συνδυασμού. Η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση διασφαλίζει ουσιαστικά τον επιδιωκόμενο ως άνω συνταγματικά θεμιτό σκοπό, αφού διευρύνει τον κύκλο των υποψηφίων συνδυασμών που μπορούν να συμμετάσχουν στα οικεία δημοτικά συμβούλια.

2841/2011 Ελεγκτικό Συνέδριο Τμήμα ΙΙ

Τιμητικές συνταξεις συγγραφέων και καλλιτεχνών. Κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου εξέταση της αιτήσεως μετά την πάροδο μακρού χρόνου με αποτέλεσμα να καταληφθεί η αίτηση από τις δυσμενέστερες προϋποθέσεις του ν. 3075/2002, ενώ η αίτηση υποβλήθηκε υπό το καθεστώς ισχύος του ν. 2435/1996 και βάσει των διατάξεων αυτού η προθεσμία συνεδριάσεως της οικείας Επιτροπής κρίσεως θα όφειλε να είχε πραγματοποιηθεί επίσης κατά χρόνο που ίσχυε ο ν. 2435/1996

3247/2010 ΣτΕ Ολομέλεια

ΕΣΡ. Διοικητική κύρωση. Η συνταγματική αρχή της ισότητας, η οποία διέπει και την ύλη που ρυθμίζει το άρθρο 15 παρ. 2 εδάφιο τελευταίο του Συντάγματος, επιβάλλει μια κοινή αφετηρία για τα κόμματα κατά την ρύθμιση της προεκλογικής τους προβολής από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, πέρα της οποίας και μόνο επιτρέπεται η περαιτέρω διαφοροποίηση των κομμάτων κατ’ εφαρμογήν της ειδικότερης αρχής της αναλογικής ισότητας. Ως κοινή αφετηρία δεν νοείται μόνον ο ελάχιστος, αλλά πάντως επαρκής χρόνος για την μετάδοση των θέσεων και του προγράμματος των κομμάτων, αλλά και η κοινή για όλα τα κόμματα έναρξη της μεταδόσεως των ραδιοτηλεοπτικών τους μηνυμάτων. Η απόκλιση ως προς το τελευταίο αυτό σημείο, από την αρχή της ισότητος δεν μπορεί να δικαιολογηθεί εκ μόνου του ότι οι παραπάνω κατηγορίες κομμάτων τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες, δηλαδή τα μεν εκπροσωπούνται, τα δε δεν εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Από την άποψη, όμως, της ρυθμιζομένης ύλης (ήτοι της προεκλογικής προβολής των κομμάτων), κρίσιμο είναι ότι, λόγω ακριβώς των διαφορετικών αυτών συνθηκών, τα μεν εκπροσωπούμενα κόμματα είχαν ανεμπόδιστη δυνατότητα προβολής του προγράμματος και των θέσεών τους πριν από την έναρξη ισχύος της απαγορεύσεως του άρθρου 11 του ν. 3023/2002, κατά την τρέχουσα προεκλογική περίοδο, ενώ κόμματα νεοπαγή, όπως το αιτούν, δεν είχαν τέτοια δυνατότητα, ακριβώς επειδή ιδρύθηκαν λίγο χρόνο πριν από την έναρξη ισχύος της απαγορεύσεως. Η δυσμενής αυτή θέση των νεοπαγών κομμάτων δεν είναι συνταγματικώς ανεκτό να καταστεί ακόμη δυσμενέστερη με την εις βάρος τους διαφοροποίηση του χρόνου ενάρξεως μεταδόσεως των προεκλογικών τους μηνυμάτων. Η αρχή της ισότητας θα επέβαλλε τουλάχιστον κοινή έναρξη του χρόνου αυτού για όλα τα κόμματα, δεδομένου ότι τα νεοπαγή έχουν για τους εκτεθέντες λόγους μεγαλύτερη ανάγκη προβολής του προγράμματος και των θέσεών τους.

370/2010 ΣτΕ

Κατά την έννοια της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 17 παρ. 4 του ν. 2947/2001, ερμηνευόμενης ενόψει των συνταγματικών αρχών της διαφάνειας, της αξιοκρατίας και της ισότητας κατά την πρόσληψη υπαλλήλων στο Δημόσιο (άρθρο 103 παρ. 1 και 7 σε συνδυασμό προς τα άρθρα 4 παρ.1 και 5 παρ.1 του Συντάγματος), επιβάλλεται ο εκ των προτέρων και κατά αντικειμενικό τρόπο καθορισμός με κανονιστική απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού της όλης διαδικασίας επιλογής των υποψηφίων για διορισμό στις προαναφερθείσες θέσεις δημοσίων υπαλλήλων με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και συνεπώς η πρόβλεψη, με κανονιστική επίσης απόφαση του ίδιου Υπουργού, της συγκρότησης της αρμόδιας επιτροπής επιλογής με τον προσδιορισμό του αριθμού και των ιδιοτήτων των μελών της. Ενόψει των ανωτέρω η απευθείας έκδοση της ατομικής πράξης ορισμού των μελών της Επιτροπής Αξιολόγησης χωρίς να έχει προηγηθεί κανονιστική απόφαση με την οποία να καθορίζεται ο αριθμός των μελών της και οι ιδιότητές τους, καθιστά μη νόμιμη τη συγκρότηση της εν λόγω Επιτροπής και συνεπώς μη νόμιμη και ακυρωτέα την απόφαση της Επιτροπής για την επιλογή των υποψηφίων

108/2010 ΣτΕ

Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορούσε, εφόσον προέκυψαν στοιχεία για τη διάπραξη και άλλου παραπτώματος, να προχωρήσει στη διερεύνησή τους, όμως προκειμένου να κρίνει στη συνέχεια νομίμως για το πρόσθετο παράπτωμα, έπρεπε προηγουμένως να ασκηθεί από το αρμόδιο όργανο της παραπομπής συμπληρωματική πειθαρχική δίωξη κατά της προσφεύγουσας μη δυναμένου του Πειθ. Συμβουλίου να επιληφθεί αυτού χωρίς την προηγουμένη έκδοση συμπληρωματικού παραπεμπτηρίου εγγράφου

3059/2009 ΣτΕ Ολομελεια

Περιβάλλον. Κατά τον καθορισμό ή την τροποποίηση χρήσεων γης, οι οποίες αποτελούν ουσιώδες στοιχείο της κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος επιβαλλόμενης ορθολογικής χωροταξίας και πολεοδομίας και καθορίζουν την πολεοδομική φυσιογνωμία κάθε οικισμού, από την οποία, εν όψει και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, εξαρτάται η λειτουργικότητά του, πρέπει να αναζητείται ο πλέον πρόσφορος τρόπος θεραπείας των πολεοδομικών αναγκών, δυνάμει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων, συναπτομένων προς τον σεβασμό του περιβάλλοντος, την ασφάλεια, υγιεινή και αισθητική, αλλά και την λειτουργικότητα των πόλεων και οικισμών. Παρεκκλίσεις από τους πάγιους όρους δομήσεως μιας περιοχής πρέπει να εντάσσονται στην κατηγορία της πολεοδομικής ρυθμίσεως με την οποία συνδέονται χωρικά, να επιτρέπονται δηλαδή μόνο κατ' εξαίρεση και να είναι συμβατές με τους πάγιους όρους, ώστε να μη υπερβαίνουν το περιθώριο επιβαρύνσεως της περιοχής, η οποία, παρά τις παρεκκλίσεις, πρέπει να διαμορφώνεται από τους πάγιους όρους δομήσεως. Τέλος, η διατήρηση των κοινόχρηστων χώρων, μάλιστα δε των χώρων πρασίνου, αποτελεί πρωταρχικό όρο για την, κατά το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος, προστασία των πόλεων και των οικισμών, ώστε η μείωσή τους ή η αναίρεση της πολεοδομικής λειτουργίας τους να συνιστά ανεπίτρεπτη επιδείνωση των όρων διαβιώσεως των κατοίκων και υποβάθμιση του υπάρχοντος ή του προβλεπομένου από την ισχύουσα πολεοδομική νομοθεσία οικιστικού περιβάλλοντος (ΣτΕ 2002/2003 Ολομ.). Ως εκ τούτου, αναδιάταξη των χώρων αυτών για τις ανάγκες μειζόνων πολεοδομικών παρεμβάσεων είναι επιτρεπτή υπό τον όρο ότι με την αναδιάταξη αυτή δεν θα μειώνεται, κατ’αρχήν, η έκταση των κοινόχρηστων χώρων και δεν θα εξουδετερώνεται ο κύριος προορισμός τους, η σχετική δε ρύθμιση, κατά τούτο, υπόκειται στον οριακό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή (πρβ. ΣτΕ 2002/2003 Ολομ). Ο έλεγχος αυτός, ως έλεγχος ορίων, δεν εξαντλείται σε αριθμητικούς υπολογισμούς της εκτάσεως των κοινοχρήστων χώρων, αλλά λαμβάνει υπ’όψιν και κάθε στοιχείο της συγκεκριμένης περιπτώσεως που επιτρέπει στον δικαστή ακόμη και το συμπέρασμα ότι η αναγκαία για την πόλη αναδιάταξη των κοινοχρήστων χώρων, ιδιαιτέρως δε των χώρων πρασίνου, συγχωρεί αριθμητική μείωση της εκτάσεως τους, εν όψει του τελικού, συνολικού, οφέλους που προκύπτει για την πόλη από την αναδιάταξη αυτή και στον βαθμό που η μείωση αυτή παρίσταται ως απολύτως αναγκαία. Κατά τον έλεγχο αυτό, πάντως, η νομιμότητα της αναδιατάξεως των κοινόχρηστων χώρων κρίνεται από την σύγκριση του υφιστάμενου ρυμοτομικού σχεδίου με την νέα ρύθμιση και όχι από την σύγκριση της συμβατότητας της νέας αυτής ρυθμίσεως προς τις κατευθύνσεις χωροταξικού σχεδιασμού προηγουμένου επιπέδου με εκείνη του υφιστάμενου ρυμοτομικού σχεδίου. Διότι τόσο το υφιστάμενο ρυμοτομικό σχέδιο, όσο και η νέα ρύθμιση αποτελούν εξειδικεύσεις των κατευθύνσεων του εν λόγω χωροταξικού σχεδιασμού, μόνο δε με σύγκριση των εξειδικεύσεων αυτών είναι νοητός και εφικτός ο, κατά τα ανωτέρω, έλεγχος. Υπό την αντίθετη εκδοχή, θα καθίστατο ανέφικτος ο έλεγχος αυτός στο μόνο δυνατό επίπεδο ασκήσεώς του.

1558/2009 ΣτΕ

ΑΣΕΠ. Για την απόδειξη της εμπειρίας λόγω υπηρεσίας που έχει διανυθεί στον ιδιωτικό τομέα, όταν προσκομίζεται σαφής βεβαίωση του οικείου ασφαλιστικού φορέα, αρμόδιας κατά νόμο αρχής για το είδος της παρασχεθείσας εργασίας, η προβλεπόμενη βεβαίωση της Επιθεώρησης Εργασίας έχει απλώς επικουρικό χαρακτήρα και, συνεπώς, η έλλειψή της δεν συνεπάγεται την μη λήψη υπ’ όψη του κριτηρίου της εμπειρίας λόγω μη προσήκουσας αποδείξεώς της, κατά την κατάταξη των υποψηφίων στους πίνακες προτεραιότητας. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν στην περίπτωση κατά την οποία η προσκομιζόμενη βεβαίωση του οικείου ασφαλιστικού φορέα δεν αναφέρει επακριβώς το είδος της παρασχεθείσας εργασίας, οπότε καθίσταται αναγκαία για την απόδειξη της εμπειρίας η προσκόμιση της βεβαίωσης της οικείας Επιθεώρησης Εργασίας

1910/2009 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Πρόσληψη υπαλλήλων. Εφόσον ο όρος της εφαρμοστέας προκήρυξης απαιτεί η οριζόμενη ειδική εμπειρία να έχει αποκτηθεί «στα πλαίσια αρμοδιοτήτων Προϊσταμένης Αρχής ή Διευθύνουσας Υπηρεσίας» και η προαναφερόμενη ανώνυμη εταιρεία «ΕΡΓΑ Ο.Σ.Ε. Α.Ε.» - στην οποία απασχολήθηκε ο αιτών μηχανικός – λειτουργεί – για τα ανατιθέμενα ή εκτελούμενα από αυτήν έργα – ως «Προϊσταμένη Αρχή» ή «Διευθύνουσα Υπηρεσία», κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 1418/1984 (άρθρο 2 παρ.1 της προαναφερόμενης υπουργικής απόφασης), μη νόμιμα η οικεία Επιτροπή Επιλογής, με την προσβαλλόμενη απόφασή της έκρινε ότι η οργανική μονάδα, στην οποία αυτός υπηρετούσε δεν προέκυπτε ότι είχε τις – ως άνω – αρμοδιότητες. Περαιτέρω, η εν λόγω Επιτροπή, με πλημμελή αιτιολογία, έκρινε ότι ο αιτών δεν διέθετε την απαιτούμενη από την προκήρυξη, ειδική εμπειρία

1068/2009 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Ωράριο εκπαιδευτικών. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Ν. 1566/1985 περί Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ερμηνευόμενες υπό το πρίσμα του άρθρου 21 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος περί προστασίας των ατόμων με ειδικές ανάγκες, συνάγεται ότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 3 του Ν. 2880/2001, σύμφωνα με την οποία, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 4 του Ν. 2527/1997, οι υπάλληλοι του Δημοσίου, που έχουν με δικαστική απόφαση την επιμέλεια ατόμου με ειδικές ανάγκες δικαιούνται μειωμένου ωραρίου εργασίας κατά μία ώρα την ημέρα με αποδοχές, ισχύει και για τους εκπαιδευτικούς, των οποίων, ως εκ τούτου, το ωράριο κάτω από τις ίδιες συνθήκες πρέπει να μειώνεται κατά μια ώρα την ημέρα, ενόψει και του ότι στις ανωτέρω διατάξεις του Ν. 1566/1985 δεν έχει γίνει ειδική ρύθμιση περί προστασίας των ατόμων αυτών.

15/2009 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Επιλογή καθηγητών φυσικής αγωγής στα ΤΑΔ-ΕΤΑΔ. Εάν μετά από άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής υπό συγκεκριμένου υποψηφίου και αποδοχή αυτής υπό της ΚΕΑΤ τροποποιηθεί ο αξιολογικός πίνακας και ως εκ της τροποποιήσεως αυτής αλλάξει δυσμενώς η σειρά εγγραφής άλλου υποψηφίου, τότε ο τελευταίος δικαιούται να ασκήσει αίτηση θεραπείας κατά της αποφάσεως που δέχθηκε την ενδικοφανή προσφυγή, εφόσον δεν είχε ο ίδιος παραστεί κατά τη συζήτηση αυτής ούτε είχε κληθεί να διατυπώσει τις απόψεις του επ΄ αυτής, η δε ΚΕΑΤ υποχρεούται να εξετάσει την ενλόγω αίτηση θεραπείας

1131/2007 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Κίνητρα αθλητών. Μη νόμιμα οι αιτούντες, αθλητές απόφοιτοι του παλαιού τύπου Λυκείου, συμπεριλήφθηκαν στους μη εισακτέους στα Τ.Ε.Φ.Α.Α., κατά το ακαδημαϊκό έτος 2000 – 2001, με την αιτιολογία ότι δεν συγκέντρωσαν τον απαιτούμενο αριθμό μορίων με τη βαθμολογία τους στα τέσσερα μαθήματα της δέσμης, καθόσον για την εισαγωγή αθλητών – υποψηφίων στα Τ.Ε.Φ.Α.Α., και του παλαιού τύπου Λυκείου δεν απαιτείται μοριοδότηση

777/2007 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών

Κοινωνική ασφάλιση. Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη όσα προαναφέρθηκαν και ειδικότερα όσα κατέθεσαν ενόρκως οι μάρτυρες, σύμφωνα με τα οποία, η σχέση η οποία συνέδεε τα μοντέλα με το πρακτορείο, το οποίο διατηρούσε η εφεσίβλητη εταιρεία , δεν ήταν σχέση εξαρτημένης εργασίας, αφού σύμφωνα με τις καταθέσεις αυτές, το πρακτορείο παρείχε τις υπηρεσίες του στα μοντέλα και όχι τα μοντέλα στο πρακτορείο, με το να διαπραγματεύεται κάθε φορά, για λογαριασμό τους, με τους διαφόρους παραγωγούς τους όρους και την αμοιβή τους, να τους υποδεικνύει τις διάφορες ευκαιρίες εργασίας και να τα φέρνει σε επαφή με του παραγωγούς, οι οποίοι τελικώς όριζαν τον τρόπο, τον τόπο και το χρόνο παροχής της εργασίας τους και ακόμη, τα μοντέλα είχαν τη δυνατότητα να συμμετέχουν την ίδια χρονική περίοδο σε πολλές παραγωγές, παρέχοντας υπηρεσίες σε πολλούς πελάτες ταυτόχρονα κρίνει ότι τα αναφερόμενα στις επίμαχες Π.Ε.Ε. και Π.Ε.Π.Ε.Ε. μοντέλα δεν παρείχαν την εργασία τους στην εφεσίβλητη, το γεγονός δε ότι η τελευταία εξέδιδε τα σχετικά τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, αυτό και μόνο δεν μπορεί να μεταβάλει το χαρακτήρα της σχέσεως η οποία συνέδεε τα μοντέλα με το πρακτορείο και συνεπώς, παρά το νόμο εξεδόθησαν εις βάρος της οι προαναφερόμενες καταλογιστικές πράξεις

90/2006 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Πρόσληψη υπαλλήλων. Με την διάταξη του άρθρου 20 παρ.2 του ν. 3212/2003 παρέχεται ειδική εξουσιοδότηση στον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ να καθορίσει με απόφασή του τα απαριθμούμενα στοιχεία της διαδικασίας επιλογής των υποψηφίων για τις συνιστώμενες θέσεις, μεταξύ των οποίων και τα “ειδικά προσόντα” αυτών. Στον καθορισμό αυτόν δεν περιλαμβάνονται και γενικά προσόντα ή κωλύματα διορισμού. Συνεπώς από την εξουσιοδοτική αυτή διάταξη δεν προκύπτει ότι παρέχεται στον Υπουργό εξουσιοδότηση να καθορίσει έτερα πλην των αναφερομένων στον Υπαλληλικό Κώδικα γενικά προσόντα ή κωλύματα διορισμού ή ασυμβίβαστα κατά παρέκκλιση των αναφερομένων στον Υπαλληλικό Κώδικα. Ειδικότερα, η απαγόρευση κατοχής δεύτερης θέσης στο δημόσιο κλπ κατά τον χρόνο υποβολής των αιτήσεων δεν προβλέπεται ούτε στον Υπαλληλικό Κώδικα, κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω, ούτε στην ανωτέρω εξουσιοδοτική διάταξη.

37890/2005 Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών

Σήμα. Το ένδικο σήμα εκτός από την λέξη, που είναι κοινή και στα δύο σήματα, περιέχει δύο ακόμη λέξεις γεγονός που το διαφοροποιεί με το προκατατεθέν, ενώ, πέραν της διαφορετικής ηχητικής εντύπωσης, υπάρχει και διαφορετικός τρόπος γραφής της με κεφαλαία γράμματα στο προστατευόμενο σήμα σε σχέση με τον τρόπο απόδοσής της στο κρινόμενο σήμα με μικρά γράμματα, που δημιουργεί ταυτόχρονα και διαφορετική οπτική εντύπωση, η οποία εντείνεται και με την προσθήκη σ΄ αυτό της προαναφερόμενης απεικόνισης

1713/2005 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Κίνητρα αθλητών. Η Διοίκηση είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται με θετική ενέργεια προς το περιεχόμενο των αποφάσεων του ΣτΕ, πράγμα που στην προκειμένη περίπτωση δεν έπραξε. Ενώ δηλαδή υποχρεούταν να εκδόσει υπουργική απόφαση, με την οποία να ορίζεται το ποσοστό θέσεων για τους υποψηφίους σπουδαστές των σχολών και των τμημάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που είναι εντεταγμένα σε περισσότερες από μια δέσμες, όπως είναι και τα ΤΕΦΑΑ, σύμφωνα με τα επιβαλλόμενα από τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 36 περ. β του ν.2817/2000, και στη συνέχεια να εξετάσει αν οι αιτούντες δύνανται να εισαχθούν στα ΤΕΦΑΑ που επιθυμούσαν, δεν το έπραξε. Ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί ως αναιτιολόγητη

859/2005 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας. Η αιτιολογία για την απόρριψη της αίτησης του αιτούντα, δεν είναι νόμιμη δεδομένου ότι, από τις διατάξεις  του άρθρου 58 του Ν. 2683 / 1999 , οι οποίες εφαρμόζονται ανάλογα , κατά τις διατάξεις του άρθρου 53 παρ. 2 του Ν. 2721/1999, δεν προκύπτει υποχρέωση του υπαλλήλου να προχωρήσει αμέσως μετά την ολοκλήρωση των μεταπτυχιακών του σπουδών, στη συγγραφή της διδακτορικής του διατριβής

856/2005 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Για τη χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας σ' εκπαιδευτικό, δεν είναι απαραίτητη η πλήρη ταύτιση του αντικειμένου της υπηρεσίας του, με τη στενή έννοια του όρου, με τη μετεκπαίδευση ή τη μεταπτυχιακή εκπαίδευση για την οποία ζητά άδεια, αλλά αρκεί το αντικείμενο της εκπαίδευσης αυτής ν' ανάγεται στην προώθηση, γενικά, του εκπαιδευτικού έργου

713/2005 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Κίνητρα αθλητών. Οι διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 53 του Α.Ν.833/37 ορίζουν ότι απονέμεται ο βαθμός του εφέδρου αξιωματικού στους αθλητές που έχουν κατακτήσει δεύτερη ή τρίτη παγκόσμια νίκη σε παγκόσμιο πρωτάθλημα ανδρών ή γυναικών σε ατομικό ολυμπιακό άθλημα. Περαιτέρω δε, εφόσον οι διατάξεις αυτές αναφέρονται γενικώς σε ατομικό ολυμπιακό άθλημα και όχι ειδικότερα στα επί μέρους αγωνίσματα που περιλαμβάνει ένα ολυμπιακό άθλημα, αρκεί η ως άνω παγκόσμια νίκη να έχει επιτευχθεί από τους αθλητές σε αγώνισμα ολυμπιακού αθλήματος και δεν απαιτείται να περιλαμβάνεται το συγκεκριμένο αγώνισμα στο εκάστοτε ισχύον ολυμπιακό πρόγραμμα

428/2005 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Η διάταξη του άρθρου 9 του ν.2683/1999 εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο στους μόνιμους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του Κράτους και των ν.π.δ.δ. (άρθρο 2 του ιδίου νόμου) όχι δε και σε εκείνους τους υπαλλήλους οι οποίοι προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), έστω και ως προσωρινοί αναπληρωτές. Ως προς τους τελευταίους αυτούς πρέπει να γίνει δεκτό ότι εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 66 παρ.1 του π.δ/τος 410/1988. Η διάταξη αυτή, η οποία είναι στενώς ερμηνευτέα, αναφέρεται στην έλλειψη κωλυμάτων από ποινική καταδίκη, απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη και όχι στις περιπτώσεις επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης του εργαζομένου.

2909/2004 ΣτΕ

Πειθαρχικό δίκαιο μελών ΔΕΠ. Μόνη η, κατ' ενάσκηση υπηρεσιακού καθήκοντος, πειθαρχική παραπομπή του αιτούντος από τον Πρύτανη ή η συμμετοχή στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο του Αντιπρύτανη καθώς και η τυχόν άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως από τον αιτούντα κατά της εκλογής των πιο πάνω μελών ως Πρύτανη και Αντιπρύτανη, αντιστοίχως, του ΑΕΙ δεν θα αρκούσαν για να θεμελιώσουν λόγο εξαιρέσεως των μελών αυτών από τη Σύγκλητο ειδικής συνθέσεως που αποφάσισε την επίδικη εκλογή

2593/2004 ΣτΕ

Εκλογή Καθηγητή Εφαρμογών ΤΕΙ. Κατά τις διατάξεις της Ε5/3451/22-8-1986 υπουργικής απόφασης, που κυρώθηκε με το άρθρο 76 παρ. 1 ν.1566/1985 το ΙΤΕ αποφασίζει για την αντικατάσταση μεταπτυχιακού τίτλου με καλλιτεχνικό έργο, αφού προηγουμένως το εκλεκτορικό σώμα κρίνει ότι είναι δυνατή η αντικατάσταση και διατυπώσει αιτιολογημένη σχετική πρόταση ενώπιον του ΙΤΕ. Εσφαλμένως το εκλεκτορικό σώμα υπέλαβε ότι ακόμη και όταν αυτό κρίνει ότι δεν είναι δυνατή η αντικατάσταση του μεταπτυχιακού τίτλου με καλλιτεχνικό έργο πρέπει να αποφαίνεται σχετικώς το ΙΤΕ και μη νομίμως εξεδόθη η σχετική απόφαση του ΙΤΕ

1422/2004 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Εκπαιδευτικές άδειες. Η απόρριψη με την αιτιολογία δεν το επιτρέπουν οι υπηρεσιακές ανάγκες, ούτε πλήρης, ούτς επαρκής είναι, αλλά παρίσταται αόριστη, καθώς δεν αναφέρεται καμιά ειδική και συγκεκριμένη κρίση σχετικά με τις επικαλούμενες υπηρεσιακές ανάγκες

2122/2003 ΣτΕ

Η περί εγκρίσεως της λειτουργίας οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως και προστασίας κατ΄ άρθρ. 54 παρ. 4β ν. 2121/92 εκδιδομένη πράξις του Υπουργού Πολιτισμού, δια της οποίας θεσπίζεται ατομική ρύθμισις, συνιστά ατομικήν διοικητικήν πράξιν. Μη οριζομένου δε άλλως υπό του νόμου, δεν απαιτείται δημοσίευσις αυτής εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προκειμένου να λάβη αύτη νόμιμον υπόστασιν.  Δδια των ανωτέρω διατάξεων παρέχεται μεν η δυνατότης εις τον Υπουργόν Πολιτισμού όπως, εν όψει της ασκουμένης υπ΄ αυτού επί των εν λόγω οργανισμών εποπτείας, κατ΄ άρθρ. 54 παρ. 5 ν. 2121/92 θέτη, δια της εγκριτικής της λειτουργία του οργανισμού αποφάσεως του, όρους λειτουργίας αυτού, κρινομένους ως αναγκαίους προς διασφάλισιν της αποτελεσματικής ασκήσεως της εποπτείας αυτής. Μόνη όμως η μη θέσπισις τοιούτων ειδικωτέρων όρων λειτουργίας του Οργανισμού δεν καθιστά την πράξιν αυτήν παράνομον

3199/2002 ΣτΕ

Για να θεωρηθεί ο στρατεύσιμος ότι έχει την ιδιότητα του μόνιμου κατοίκου εξωτερικού, κατά τον χρόνο που ήταν ανήλικος, πρέπει ο ίδιος και οι γονείς του να είχαν εγκατασταθεί και να διέμεναν μόνιμα στην αλλοδαπή πριν από την 1η Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο άρχισε να διανύει το ενδέκατο έτος της ηλικίας του. Η συνδρομή δε της προϋποθέσεως της μονίμου εγκαταστάσεως στο εξωτερικό των γονέων του στρατεύσιμου, κατά την ανωτέρω ημερομηνία, κρίνεται εκ του πραγματικού γεγονότος της σταθεράς και διαρκούς διαβιώσεως αυτών στην αλλοδαπή. Συνεπώς, στην περίπτωση κατά την οποία ο ένας εκ των δύο γονέων του στρατεύσιμου έχει την ιδιότητα του Έλληνα δημοσίου υπαλλήλου και υπηρετεί, κατόπιν αποσπάσεως εκ της οργανικής του θέσεως, στην αλλοδαπή, θεωρείται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 54 του Αστικού Κώδικα, η οποία πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα του στρατολογικού νόμου, ότι έχει εγκατασταθεί και διαμένει μόνιμα στην αλλοδαπή κατά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, εφόσον η απόσπαση αυτή έχει ήδη διαρκέσει άνευ διακοπής προ του κρισίμου ως άνω χρονικού διαστήματος επί εύλογο, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, χρόνο.

207/2002 ΣτΕ

Από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 και 16 παρ. 9 του Συντάγματος συνάγεται ότι, κατ’ αρχήν, ο αθλητής έχει το δικαίωμα να επιλέγει ελευθέρα το σωματείο της προτίμησής του. Περιορισμοί στις εγγραφές ή μετεγγραφές αθλητών από σωματείο σε σωματείο μπορεί να τεθούν μόνον αν δικαιολογούνται από λόγους αναγόμενους στην προστασία του αθλητισμού ή γενικότερα λόγους δημόσιου συμφέροντος και δεν είναι υπέρμετροι. Ρυθμίσεις υπουργικής αποφάσεως, με τις οποίες τίθεται ο κανόνας ότι, κατ’ αρχήν, μετεγγραφή αθλητή χωρίς τη συγκατάθεση του σωματείου του απαγορεύεται, έχουν θεσπισθεί μη νομίμως, καθ’ υπέρβαση της εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 20 παρ. 3 του ν. 75/1975, κατά την έννοια του οποίου, ερμηνευομένου σύμφωνα με τις προεκτεθείσες συνταγματικές διατάξεις, περιορισμοί στην ελεύθερη μετεγγραφή ερασιτέχνη αθλητή μπορούν να τεθούν μόνο κατ’ εξαίρεση και εφόσον η θέσπισή τους δικαιολογείται από σοβαρούς λόγους.

716/2002 Διοικητικό Εφετείο Πειραιά (Σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Κατάταξη δοκίμων λιμενοφυλάκων.Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 2 ν.2935/2001, η Διοίκηση οφείλει να παρακρατήσει ποσοστό 10% για τους υποψηφίους των κοινωνικών κριτηρίων του ως άνω άρθρου. Κατάταξη με μοναδικό κριτήριο τη βαθμολογία. Δεν αρκεί  το τυχαίο γεγονός ότι μεταξύ των επιτυχόντων υπήρξαν και υποψήφιοι της κατηγορίας των κοινωνικών κριτηρίων

18/2002 Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών

Εκλογές σε ΝΠΔΔ σωματειακού χαρακτήρα. Εφόσον ο νομοθέτης δεν προέβλεψε ρητώς ότι δεν έχουν δικαίωμα υποβολής υποψηφιότητας για αναδειξη σε θέση μέλους ΔΣ του ΝΠΔΔ όσα μέλη δεν είναι ταμειακώς εντάξει, τα μέλη αυτά δεν στερούνται του σχετικού τους δικαιώματος

2774/2001 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών

Κοινωνική ασφάλιση. Το Δικαστήριο κρίνει ότι συνεπεία θετικών ενεργειών των οργάνων όχι μόνον του Ι.Κ.Α. αλλά και του επίσης αρμοδίου να κρίνει περί της ασφαλίσεως της υπαλλήλου εκκαλούντος Ταμείου, που εκδηλώθηκαν με τα προαναφερόμενα έγγραφα και την από μέρους του επιστροφή των εισφορών που είχαν καταβληθεί για το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δημιουργήθηκε στο εφεσίβλητο από μακρού χρόνου δικαιολογημένη πεποίθηση ότι η υπάλληλος, κατά το χρονικό διάστημα από 1-7-1987 έως 31-5-1995, δεν υπαγόταν στην ασφάλιση του Ε.Λ.Π.Π. και συνεπώς η επιβολή σε βάρος του των ως άνω πρόσθετων τελών λόγω υπερβάσεως της προθεσμίας καταβολής των σχετικών εισφορών αντέκειτο στις αρχές της χρηστής διοικήσεως, αφού αυτό ενήργησε βάσει των υποδείξεων των ασφαλιστικών αυτών οργανισμών.

2624/2002 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Πλήρωση θέσεων κλάδου ιατρών ΕΣΥ. Τα Συμβούλια Επιλογής, καθώς και οι Εισηγητές δύνανται να μεταβάλλουν την καταρχήν βαθμολογική αξιολόγηση, πρέπει όμως στην περίπτωση αυτή να αιτιολογούν ειδικώς την μεταβολή

2583/2000 ΣτΕ

Διατάξεις νόμου με τις οποίες,  εκκρεμούσης της κρινομένης αιτήσεως, κυρώνονται νομοθετικά ατομικές διοικητικές πράξεις, δηλαδή οι εγγραφές των φοιτητών στο Π.Σ.Ε. που εγκρίθηκε με ακυρωθείσα υπουργική απόφαση είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα, ως αντιβαίνουσες στην αρχή της ισότητας των πολιτών έναντι του νόμου και αναιρούσες το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών και την κατοχύρωση του ενδίκου μέσου της αιτήσεως ακυρώσεως (άρθρα 4 παρ. 1, 20 παρ. 1, 26 και 95 του Συντάγματος, ΣτΕ 694/1955, 1130/1955, 1141/1967, 731, 1647/1989, Ολομ. 542, 1839/1999). Ως εκ τούτου οι ρυθμίσεις αυτές είναι ανίσχυρες

950/2000 ΣτΕ

Οργανισμοί Συλλογικής Διαχείρισης. Η αιτούσα δεν αναγνωρίσθηκε ως οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως στους τομείς αυτούς γιατί κρίθηκε ότι τα στοιχεία που υπέβαλε ήσαν ανεπαρκή ως προς την διαχείριση και προστασία των σχετικών δικαιωμάτων των δικαιούχων. Η αιτιολογία αυτή, νόμιμη καταρχήν και επαρκής, διευκρινίζεται στο νεώτερο έγγραφο 1460/23.2.1998 της Διευθύντριας του ΟΠΙ προς το Υπουργείο Πολιτισμού, που περιέχει απόψεις επί της κρινομένης αιτήσεως, το οποίο έγγραφο, αναφερόμενο σε πραγματικά δεδομένα αναγόμενα στο χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως, επιτρεπτώς συμπληρώνει την αιτιολογία της.  Το αίτημα της αιτούσης περί αναγνωρίσεώς της ως οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως συγγενικών δικαιωμάτων συναφών προς την μουσική απορρίφθηκε με δύο επάλληλες αιτιολογίες της προσβαλλομένης αποφάσεως. Η μια από τις αιτιολογίες αυτές, η περί ανεπάρκειας των υποβληθέντων στοιχείων, κρίθηκε, κατά τα προαναφερθέντα, νόμιμη και επαρκής. Συνεπώς, εφόσον η επάλληλη αυτή αιτιολογία αρκεί να στηρίξει αυτοτελώς την προσβαλλομένη, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως περί παρανομίας του άλλου αιτιολογικού ερείσματος της προσβαλλομένης

2967/1999 ΣτΕ

Προγράμματα Σπουδών Επιλογής. Με τις ρυθμίσεις του Ν. 2525/1997 επιτρέπεται η πρόσβαση, με τη μορφή της εισαγωγής, της μετεγγραφής ή της κατατάξεως, σε ελληνικά Α.Ε.Ι. και, συνεπώς, παρέχεται η δυνατότητα αποκτήσεως πτυχίου τριτοβαθμίου εκπαιδεύσεως, όχι μόνο χωρίς περαιτέρω αξιολόγηση ή παροχή δυνατότητας τέτοιας αξιολογήσεως των υποψηφίων, και μάλιστα σε ειδικές δοκιμασίες, όπου αυτό μπορεί να απαιτηθή, αλλά και βάσει κριτηρίων τόσο ακαδημαϊκών όσο και μη ακαδημαϊκών, δηλαδή άσχετων προς την εξακρίβωση της ικανότητας του υποψηφίου στα μαθήματα και δοκιμασίες συναφείς προς το γνωστικό αντικείμενο του τμήματος στο οποίο επιθυμεί να εισαχθή. Οι ρυθμίσεις όμως αυτές εισάγουν άνιση μεταχείριση υπέρ των εγγραφομένων στα Π.Σ.Ε. και εις βάρος των εισαγομένων ύστερα από περαιτέρω αξιολόγηση στα Π.Σ., η οποία δεν στηρίζεται σε γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, εφ' όσον, κατά τα αναφερόμενα στη δέκατη τέταρτη σκέψη, δεν αντιδιαστέλλεται το αντικείμενο και το περιεχόμενο των Π.Σ.Ε. εκείνων των Π.Σ. ώστε να δικαιολογηθή ο τυχόν διαφορετικός τρόπος προσβάσεως στα Α.Ε.Ι. που, πάντως, δεν επιτρέπεται να στηρίζεται, κατά παράβαση της αρχής της αξιοκρατίας, σε μη ακαδημαϊκά κριτήρια.

1671/1997 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σχηματισμός Ακυρωτικής Διαδικασίας)

Μεταθέσεις Διευθυντών σε Πειραματικά Σχολεία. Το ΚΥΣΔΕ παρέλειψε να αναφέρει, ως είχε υποχρέωση. σε ποια συγκεκριμένα προσόντα βάσισε την υπεροχή του μετατεθέντος έναντι του αιτούντα και περιορίσθηκε να αναφέρει αορίστως ότι είναι αμφανής η υπεροχή του μετατεθέντος

6178/1996 ΣτΕ

Συμφώνως προς την ρύθμισιν των νεωτέρων διατάξεων του ν. 1854/84 και της ήδη προσβαλλομένης κανονιστικής πράξεως, οι μη έχοντες δίπλωμα ανωτάτης σχολής καλλιτέχνες, όπως τα μέλη του αιτούντος συλλόγου, τα οποία ασκούν εμπειρικώς την τέχνην του αγιογράφου, δύνανται να εγγραφούν ως τακτικά μέλη του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος και ούτω να εκτελούν παραγγελίας των εις το άρθρον 9 παρ. 1 αναφερομένων νομικών προσώπων. Προς τούτο υποβάλλονται εις κρίσιν υπό οργάνων του Επιμελητηρίου.  Τα κριτήρια, επί τη βάσει των οποίων τα όργανα του Επιμελητηρίου οφείλουν να κρίνουν χωρίς παρέμβασιν εις θέματα αισθητικής (βλ. και άρθρον 2 παρ. 1 ν. 1218/81) περί της εγγραφής ή μη ως τακτικών μελών τούτου των μη κεκτημένων πτυχίον καλλιτεχνών, είναι αντικειμενικά και ανάγονται εις την αξιολόγησιν των καλλιτεχνικών προσόντων και της εν γένει επαγγελματικής δραστηριότητος των μη πτυχιούχων αγιογράφων. Δεδομένου δε ότι τα κριτήρια αυτά τελούν εις άμεσον συνάφειαν προς τον υπό του νόμου επιδιωκόμενον σκοπόν της προαγωγής της τέχνης και των επαγγελματικών συμφερόντων των καλλιτεχνών, τα ανωτέρω κριτήρια είναι συνταγματικώς θεμιτά. Το Σύνταγμα κατοχυρώνει μεν εις το άρθρον 16 την ελευθερίαν της καλλιτεχνικής δημιουργίας και εις το άρθρον 5 παρ. 1 την ελευθέραν επιλογήν και άσκησιν επαγγέλματος, πλην δεν αποκλείει την θέσπισιν υπό του νομοθέτου και της κανονιστικώς δρώσης Διοικήσεως προϋποθέσεων διά την άσκησιν συγκεκριμένης καλλιτεχνικής δραστηριότητος, κατά το μέτρο που τούτο επιβάλλεται εκ λόγων δημοσίου συμφέροντος. Συνιστά δε τοιούτον λόγον δημοσίου συμφέροντος τόσον η προαγωγή των εικαστικών τεχνών διά της ιδρύσεως καλλιτεχνικού επαγελματικού επιμελητηρίου, όσον και η εξασφάλισις εγγυήσεων προμηθείας αξιολόγων έργων τέχνης υπό των δημοσίων υπηρεσιών, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των κοινωφελών ιδρυμάτων και των οργανισμών κοινής ωφελείας διά της αναθέσεως της αποκλειστικής προμηθείας τούτων εις τα μέλη του επιμελητηρίου

 

Σε μια εποχή που τα δικαιώματα πλήττονται ρόλος μας η υπεράσπιση τους